Saturday, September 27, 2014

STORM - Η εξαίρεση που επιβεβαιώνει ποιος ξέρει τι... [Μέρος 1ο]

Το δεύτερο τεύχος του STORM "ΤΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ" (Εκδ. STAR COMICS) είναι αυτό ακριβώς, που πρέπει να είναι ένα comic φαντασίας!!! Απολαυστικό από κάθε άποψη!!! Ο Lawrence - αν εξαιρέσουμε τις μικρές παρατηρήσεις της προηγούμενης ανάρτησης - βάζει σταθερά τα δυνατά του, όποια κι αν είναι αυτά. Η εξαίρεση εδώ, λοιπόν, δε μπορεί παρά να οφείλεται στον MARTIN LODEWIJK. Αν τον ξανασυναντήσω σε κατοπινό τεύχος, θα τον τσεκάρω εκ νέου. Προς το παρόν, ο άνθρωπος φέρει εις πέρας το ρόλο του σεναριογράφου, σχεδόν, άψογα!! Κι εξηγούμαι...

Ο Lodewijk έχει άλλη ποιότητα σκέψης. Κοιτάει τους ήρωές του στα μάτια, τους βλέπει σα μια μικρή υπόσχεση. Θέλει να τους ξεκολλήσει απ' το χαρτί, αλλά δίχως υπερβολές. Συνειδητοποιεί χωρίς ψευδαισθήσεις, ότι έχει να κάνει με ένα comic χωρίς πολλές σεναριακές απαιτήσεις, ντόρος να γίνεται κι ό,τι να 'ναι αχταρμάς. Έτσι δεν ορθώνει τους ήρωες πάνω απ' το μέτρο που τους αρμόζει, ώστε να αλλοιωθεί ο βασικός χαρακτήρας της σειράς. Τους ορθώνει ένα χιλιοστό, ένα ελάχιστο, τοσοδούλι χιλιοστό. Όμως τους ορθώνει. Η αντίθεση με την προχειρότητα του Dunn ή με τον Matenas (στα 2 τεύχη που έπονται) γίνεται ολοφάνερη, μόνο και μόνo, από τη μικρή αυτή διαφοροποίηση. Κι εδώ επισημαίνουμε μια μικρή comic-σική παραδοξότητα. Για να ξεκολλήσεις το χαρακτήρα ενός comic απ' το χαρτί, δε γίνεται να τον τραβήξεις προς τα έξω, εφόσον δεν έχεις ούτε εσύ πώς να τον πιάσεις, όμως ούτε κι εκείνος έχει συνείδηση να πιαστεί από σένα. Δε γίνεται επίσης να τον απλώσεις, ώστε να ξεχειλίσει απ' τη σελίδα, καθώς έτσι - ακόμα κι αν έτεινε στο άπειρο - δε θα έπαυε να παραμένει επίπεδος. Εκείνο που γίνεται, ωστόσο, είναι απλά να τον σπρώξεις βαθύτερα. Όσο πιο βαθιά τον σπρώξεις, τόσο περισσότερο μεγαλώνει στην τρίτη, εσωτερική του διάσταση. Όμως, ετούτη η τρίτη διάσταση αποτελεί μεταφορά - διαφορετικά, αν σμπρώχναμε θα σχιζόταν απλά το χαρτί - κι είναι εδώ, που έρχεται το σενάριο, πολύτιμος συνοδοιπόρος και στήριγμα της τέχνης του comic. Καθώς η  τρίτη διάσταση είναι νοητική-συναισθηματική, εκτείνεται μονάχα μέσα στον εγκέφαλο του αναγνώστη.

Ο Lodewijk κάνει το εξής απλό: αντί να σκοτώνει κόσμο δεξιά κι αριστερά, με την ίδια αδιαφορία που ανατινάζονται οι κομπάρσοι στις ταινίες του Σταλόνε, φροντίζει πρώτα το εξής: ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ! Εντάξει, και μετά τους σκοτώνει!! Απλό να το λέμε, όμως μάλλον δύσκολο να τηρείται αυτή η ελάχιστη απαίτηση, αν κρίνουμε από τα υπόλοιπα σενάρια του STORM. Στο πρόσωπο του γαμιά μονομάχου Μπάρλεντον, ο Lodewijk χτίζει έναν επίδοξο φίλο του Storm. Σε μια φιλία, που μοιάζει φιλία μεταξύ ίσων, ο Μπάρλεντον αναδεικνύεται σε ξεχωριστή φυσιογνωμία, καθώς ο ίδιος αναγνωρίζει με σεβασμό την αξία του Storm και τον αποδέχεται ως σύντροφο και συμπολεμιστή. Καταθέτει, έτσι, στα μάτια του αναγνώστη έναν χαρακτήρα με κρίση και πλαστική ψυχοσύνθεση, αντί για πλαστική οδοντόβουρτσα. Ο Μπάρλεντον έχει τη διάσταση μιας πατρικής φιγούρας, που πιάνει το Storm απ' το χεράκι. Ο τελευταίος απλά χοροπηδάει από καρέ σε καρέ σα μαλακισμένη μαριονέτα ή μ' εκείνο το χαμένο βλέμμα ενός μικρού παιδιού στο Supermarket, που δεν ξέρει σε πιο διάδρομο να πρωτοτρέξει.

Πολύ περισσότερο, η τραγικότητα ενός παντελώς άδοξου τέλους, εξυψώνει το Μπάρλεντον διπλά. Πρώτον, χάνεται μια γνήσια σχέση χαρακτήρων κι αυτό κάνει τον αναγνώστη να δυσανασχετεί. Ειλικρινά, αν ζούσε ο Μπάρλεντον, θα είχε ικανό όγκο, ώστε να σταθεί επάξια δίπλα στο Storm, καθιστώντας το τεύχος άξιομαχο, μέχρι τελευταίας σελίδας. Ο άδικος θάνατός του, εκτός από τον ίδιο το Storm, εξοργίζει εξίσου και τον αναγνώστη, δηλαδή κάνει αυτό ακριβώς που έχει χρέος να κάνει ένα σενάριο: μαζί με την πλοκή, συν-κινείται και ο θεατής. Σημειώνουμε ότι ούτε με τη Ρέντχεντ δεν υπάρχει αυτό το βάθος, καθώς το μόνο που κάνει είναι να τρέχει πίσω απ' το πουλί του Storm, να σώζει ο ένας τον άλλο και στο τέλος, αντί να πέσει ένα γαμήσι να γελάσει κάθε πικραμένος, μένει η Ρέντχεντ με το μουνί στο χέρι. Δεύτερον, η τραγική αυτή εξέλιξη είναι και ο βασικός μοχλός, που θα προκαλέσει την ανατροπή και την ακόλουθη κίνηση της πλοκής. Έχει, δηλαδή, ο θάνατος του Μπάρλεντον, όχι μόνο συναισθηματική, αλλά και λειτουργική-μηχανική αξία! Στα χνάρια της αρχαίας τραγωδίας και του Σαίξπηρ!! (ΟΚ πάσο, το παράκανα!)

Να εκθειάσω λίγο ακόμα Lodewijk;; Όλα αυτά γίνονται μέσα σε 4-5 σελίδες, σε κάποιες απ' τις οποίες αρκεί μόνο ένα καρέ! Για παράδειγμα, το παρακάτω συμπυκνώνει όλα όσα είπαμε για το χαρακτήρα του Μπάρλεντον, μέσα σε ελάχιστες λέξεις...

Μπορεί να μην είναι Επικούρειος φιλοσοφία, ωστόσο είναι
ό,τι πιο βαθύ μπορεί να προσφέρει ένα comic: μεγαλείο και
τραγικότητα! Ειδικά, σε σύγκριση με κάθε επίπεδο μαλάκα,
ο οποίος περιορίζεται σε 2-3 εκφράσεις κλισέ. Ο Storm
στο background ξύνει τ' αρχίδια του. Δεν έχει καταλάβει
τίποτα: "Τελικά, τι θα γίνει; θα πάμε για μπυρίτσα;;"
Ο Μπάρλεντον την ώρα που 'ναι να τον πιεί. Ο ατρόμητος μαχητής,
έτοιμος ν' αποδεχτεί μια μοίρα, προδιαγεγραμμένη πολύ καιρό πριν.
Όμως, ακόμη και μια δεδομένη αντίθεση στην φαινομενικά ηττοπαθή
του στάση, συνιστά την έναρξη μιας διαλεκτικής - άρα την έναρξη
μιας εσωτερικής δράσης - και ως εκ τούτου σεναριακή επιτυχία.
Στο μεταξύ, ο Storm στο background ακόμα ξύνει τ' αρχίδια του.
"Α, επιτέλους, η μπυρίτσα! Αλλά... γιατί μόνο μία; ε; γιατί;"

Η συνέχεια τη δράσης μεταφέρεται στο "Ανάκτορο του Θανάτου", ήτοι ένα τιτάνιο και παντελώς άχρηστο κατασκεύασμα, σα διαστημικό κρουαζιερόπλοιο, στη μέση του πουθενά. Εννοείται, πως στέκει εντυπωσιακό πάνω από την άγονη έρημο, η μέρα με την νύχτα, σε σχέση με τα σκωροφαγωμένα φράγματα του προηγούμενου τεύχους ή τους τριτοκοσμικούς οικισμούς των δύο επόμενων. Σύμφωνα με μια κατοπινή καταιγιστική ατάκα (δηλαδή, ατάκα του Storm), πρόκειται για "ένα γιγαντιαίο πολεμικό σκάφος, που εγκαταλείφθηκε από το πλήρωμά του, πριν από πολλούς αιώνες... πριν ακόμη επικρατήσει η βαρβαρότητα πάνω στη Γη. Τα αμυντικά του συστήματα είναι προγραμματισμένα ν' αποκρούουν κάθε εισβολέα, που θα επιχειρήσει να το καταλάβει".

ΜΑΛΑΚΙΑ 1η

Όσο Lodewijk και να 'σαι, η μαλακία είναι σύμφοιτη με αυτή καθαυτή τη γέννηση του STORM και την ουσία του αχταρμά-σαλάτα-του-Σεφ. Αν ΠΡΟΤΟΥ επικρατήσει η... βαρβαρότητα, υπήρχε ανάγκη για ένα πολεμικό σκάφος τέτοιων διαστάσεων, πώς θα χαρακτηρίζαμε την προγενέστερη κοινωνία; Ειρηνική και πολιτισμένη;;; Αντιφάσεις που κόβουν το οστό, ως το μεδούλι. Καθαρή αστική αντίληψη: αν δε σφάζεις φορώντας γραβάτα, δε μπορείς παρά να είσαι βάρβαρος!

ΜΑΛΑΚΙΑ

Αν το σκάφος είχε όντως εγκαταλειφθεί από το πλήρωμά του, τότε τι δουλειά έχουν τα δεκάδες πτώματα, που διακοσμούν τα ανώτερα δώματα του Ανακτόρου, σε πολυποίκιλες θέσεις και στάσεις;;; Άμα του μπει του καλλιτέχνη, να φτιάξει πτώμα, δεν πα' να φωνάζουν δεκαεφτά σεναριογράφοι, το πτώμα θα μπει. Τελείωσε! Στο κάτω-κάτω, να πεθάνεις είναι κι αυτό μια μορφή εγκατάλειψης. Καλή θέληση να υπάρχει. Θες και μυαλό;;;

ΜΑΛΑΚΙΑ

Αφού τα αμυντικά συστήματα είναι "προγραμματισμένα ν' αποκρούουν κάθε εισβολέα", τότε γιατί δεν του καίγεται λαμπάκι (του σκάφους) όταν η μικρή, ιπτάμενη κονσέρβα πλησιάζει απειλητικά, με ιλιγγιώδη ταχύτητα;;; "Τι ξέχασα, τι ξέχασα;" φέρεται να ψελλίζει, λίγο πριν ξεψυχήσει, ο τελευταίος απ' τους εργολάβους μηχανικούς, που είχαν αναλάβει να παραδώσουν αυτό το τιτάνιο έργο - επί κυβέρνησης Καραμανλή.

Να απογειώνονται ξέρουν μια χαρά, παρ' όλα αυτά...

ΜΑΛΑΚΙΑ

Μιλάμε, τώρα, για την υπέρτατη πολεμική μηχανή. Μιλάμε για το επιστέγασμα την πολεμικής τεχνολογίας, έτσι; Μιλάμε για έναν μεταλλικό όγκο, ίσα μ' ένα μικρό βουνό, εξοπλισμένο με μυριάδες ύπουλες παγίδες κατά προσωπικού και δύναμη πυρός ικανή να ισοπεδώσει μια μεσαία ήπειρο. Η ανοησία, όμως, εξακολουθεί να παραμένει στο απυρόβλητο, ακόμα κι ενός Θανατερού Ανακτόρου! Το οποίο είναι περισσότερο ανάκτορο της μαλακίας και της κακοτεχνίας. Μπορεί να μην καταλαβαίνει από στρατούς, πυρηνικά και άλλα τέτοια, αλλά δεν τρέχει κάστανο: αρκεί να ρίξει κανείς πάνω του μια μικρή γκαρσονιέρα με φτερά, έναν ιπτάμενο, φλεγόμενο μοτοσακό , ένα μικρό θερμοσίφωνα με τιμόνι και το Ανάκτορο της Κομπόστας ανατινάζεται σύμπαν και διαμιάς, δίχως να μείνει πίσω κολυμπηθρόξυλο. Τι τεχνολογίες και μαλακίες, μου λες εσύ τώρα; Γίνονται όλα παρανάλωμα του πυρός και στάχτη γι' αλισίβα, γιατί έξι-εφτά - μετρημένες - λαμαρίνες, καμιά 100-αριά βίδες με παξιμάδι και δεκαπέντε λίτρα κηροζίνης, έσκασαν πάνω σε μια μικρή βεράντα, μιας επιφάνειας 100.000-άδων στρεμμάτων! Τελεία και παύλα κι είναι ό,τι πιο λογικό να συμβεί. Κάθε αντίρρηση και κάθε "μα" και "μου" είναι, φυσικά, εκ του πονηρού και θα γίνονται δεκτά με τον δέοντα σαρκασμό και τη χαιρεκακία.

Αυτά είναι! Μια στιγμή στα χίλια χρονια να μην προσέξεις ή να πας για κατούρημα
και πάει το Ανάκτορο του Θανάτου! Δεν τα φτιάχνουν πια, όπως παλιά...

Κι έτσι, εδώ κλείνει μια παρένθεση, που δεν άνοιξε ποτέ! Στο Μέρος Βου θα επανέλθουμε στην κριτική ανάλυση του σεναρίου, απ' όπου κι εκτροχιαστήκαμε προς τη φτηνή ειρωνία. :P

No comments:

Post a Comment