Monday, June 29, 2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ - Σχεδόν του Νίκου Τσιφόρου... [Μερος 1ο]

Ο ΝΙΚΟΣ ΤΣΙΦΟΡΟΣ, απ' όσο θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζει εξωσχολικά βιβλία και άλλα κουλτουριάρικα, ήταν μαζί με τον Ηλία Βενέζη τα δύο κύρια συγγραφικά μου πρότυπα, αλλά - πολύ περισσότερο - ήταν ψυχές αδερφικές. Ο πρώτος με την πηγαία - άλλοτε σπαρταριστή, άλλοτε κυνική - του σάτιρα και την απεριόριστη αγάπη του προς τον άνθρωπο, μέσα στην καθημερινή του μικρότητα και πικρότητα. Ο δεύτερος με την, ασύγκριτης γλυκύτητας, μελαγχολία του, μ' εκείνη την τρυφερή τραγικότητα, η οποία βούλιαζε αργόσυρτα μέσα στα σωθικά σου και σε τεμάχιζε με χάδια, δουλεμένα απά στο τραχύτερο ακόνι. Ο αποχαιρετισμός της εφηβείας, τους άφησε να αχνοσβήνουν στις αναμνήσεις εκείνης της, αθώας ακόμη, πεισιθάνατης ευαισθησίας.

Κάποτε τους ξεπέρασα, χωρίς φυσικά να τους απαξιώσω. Η κοψές τους στα μέσα μου αμβλύνθηκαν τόσο ή τόσο χοντροπέτσιασα ο ίδιος. Μερικά χτυπήματα - όχι θανάσιμα - δέχτηκαν αργότερα. Ο πρώτος από τον Ηλία Πετρόπουλο (θαυμασμός!), ο οποίος βάνει τον Τσιφόρο στην άκρη, ουσιαστικά ως ελάσσονα αστό, δίχως ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά δε θυμάμαι πού το 'χω διαβάσει. Ο δεύτερος τρώγει χοντρή σφαλιάρα - πάντα με το γάντι - από τον Νίκο Καββαδία, ο οποίος διαπιστώνει ότι ήτο κάποτε καλός άνθρωπος, όμως ήρθαν και τον εφάγαν τα σαλόνια. Σκληρό για μένα, να φαντάζομαι τον άνθρωπο, που σημάδεψε την ευαισθησία μου, να χαριεντίζεται και να κωλοτρίβεται σε κοινωνικούς καθωσπρεπισμούς. Πολύ το σοβάρεψα όμως και ξέφυγα, αλλά στην τελική χέστηκα κιόλας, αφου το blog είναι δικό μου και γράφω ό,τι μου κατέβει.

Ο Νίκος Τσιφόρος λοιπόν ήταν ακόμη ιερό τέρας, όταν έπεσε στα χέρια μου ο "ΘΗΣΕΑΣ" ως κόμικ, πρώτος από τους τρεις τόμους της "ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ" (Εκδ. Ελληνικά Κόμικς). Εδώ, όμως, δε θ' ασχοληθούμε με τον Θησέα, καθώς: (α) έχω να τον διαβάσω από τότε, που οι μασχάλες μου ήταν ακόμη άτριχες κι ευωδιαστές και (β) επειδή βαριέμαι να τον ξανα-διαβάσω, τώρα που μιλάμε. Ίσως την άλλη εβδομάδα ή τον άλλο χρόνο, λογαριασμό θα σας δώσω; Μπορώ κάλλιστα, ωστόσο, ν' ασχοληθώ με το δεύτερο τόμο "ΗΡΑΚΛΗΣ", τον οποίο και διάβασα προσφάτως, όχι όμως στο πρωτότυπο, αλλά ως φωτογραφική επανέκδοση του ΒΗΜΑτος. Δεν υπάρχει φυσικά καμία ιδιαίτερη διαφορά, πέρα απ' το γεγονός ότι η επανέκδοση μυρίζει τα γνωστά πετροχημικά της σύγχρονης τυπογραφίας, ενώ η παλιά έκδοση μυρίζει (αγαπημένη) παραδοσιακή μούχλα και κλεισούρα.

Χαχαχα, πολύ γέλιο!!! (και καλά)

Η "Ελληνική Μυθολογία" πρέπει να παραδεχτούμε ότι αποτέλεσε μία από τις πιο αξιόλογες ελληνικές προσπάθειες, ειδικά για την εποχή της. Γι' αυτό, αξίζει τον κόπο να την εξετάσουμε στη συνέχεια, σημείο προς σημείο, ως προς τα καλά και τα στραβωμένα της, ανάκατα και σωρηδόν...

1. ΤΣΙΦΟΡΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΚΕΥΗ - Ο Δάσκαλος με την εφημερίδα.

Αν λάβει κανείς τον κόπο να διαβάσει την απολαυστική "Ελληνική Μυθολογία" του Τσιφόρου, θα καταλάβει διαμιάς τι παίζει εδώ. Για τους ειλικρινά ενδιαφερόμενους, τα κεφάλαια για τον Ηρακλή ξεκινούν (χονδρικά) από τη σελίδα 419 με το "Ο Ήρωας Νούμερο Ένα" και σας το επισημαίνω, γιατί στην δική μου, παλιά έκδοση του ΕΡΜΗ, δεν υπάρχουν περιεχόμενα κι είδα κι έπαθα να το βρω. Άλλοι καραγκιόζηδες κι αυτοί, ένα περιεχόμενο θα τους έπεφτε ο κώλος να το συμπληρώσουν;; Τέλος πάντων.

Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι αν λάβει κανείς τον κόπο να διαβάσει την "Ελληνική Μυθολογία", θα διαπιστώσει εύκολα ότι οι ΒΛΑΧΑΚΗΣ (Κείμενο) και ΠΑΓΩΝΗΣ (Σκίτσο) δεν αναπαράγουν τον Τσιφόρο ακριβώς, αλλά βασίζονται σε αυτόν, αλλού πιστότερα κι αλλού χαλαρότερα (πολύ χαλαρότερα όμως). Γι' αυτό θα έπρεπε να επισημαίνουν - πιο ορθά - ότι το κόμικ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ η Μυθολογία του Ν. Τσιφόρου, αλλά ΕΙΝΑΙ ΒΑΣΙΣΜΕΝΟ στη Μυθολογία του Ν. Τσιφόρου!!! Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό κι ίσα-ίσα θεωρώ ότι ωφέλησε το τελικό αποτέλεσμα, παρά το ζημίωσε. Τα παιδιά (δηλ. οι δημιουργοί - φαντάζομαι παιδιά θα ήταν το 1986) αποτύπωσαν εμφανώς την προσωπική τους σφραγίδα και χαιρόμαστε γι' αυτό. Η προσωπική τους σφραγίδα, όμως, ρέπει προς την υπερβολή, τη γελοιότητα (με την καλή έννοια) και το σουρεαλισμό τύπου "Βαβούρας", παρά προς την ισορροπημένη σάτιρα του Τσιφόρου.

Το να παραθέτεις αυτούσια αποσπάσματα από το βιβλίο, είτε ως εισαγωγή, είτε ως sauce με δυόσμο και βασιλικό διάσπαρτα μέσα στην πλοκή, εμένα προσωπικά μου δημιουργεί περισσότερο την εντύπωση μιας ατελώς επεξεργασμένης ή αποτυχημένης διασκευής - για να μην πω ξεπέτας - παρά κανενός φόρου τιμής προς τον Τσιφόρο. Είναι σαν να πας να κόψεις τυρί για μακαρόνια με το τσεκούρι, αντί με τον τρίφτη. Αντί ν' ανακατευτούν γεύση και ουσία ομοιόμορφα σε κάθε σου μπουκιά, καταλήγεις μια να μασάς Τσιφόρο και μια να μασάς το καπέλο του Ρόμπαξ.

Ο Τσιφόρος γράφει "Ο Τέλειος Μάγειρος". Ο Βλαχάκης κι ο
Παγώνης θεώρησαν ότι είναι πιο αστείοι από τον Τσιφόρο.
Χαχαχα, πολύ πλάκα!!! (και καλά)

2. ΔΙΑΣΚΕΥΗ ΧΩΡΙΣ ΤΣΙΦΟΡΟ - Μια ελλιπής μερίδα.

Ας αφήσουμε λοιπόν τον Τσιφόρο - προτού πιαστούμε στα χέρια - κι ας εξετάσουμε συνολικά κι αντικειμενικά αν, παρά τις φαρμακερές μπηχτές, η ανάπτυξη απλώθηκε συμμετρικά, φρόνιμα και ομοιόμορφα σε όλο το πλάτος, το μήκος και το βάθος του εικονογραφηγήματος. Λοιπόν τι; Μπλαι. Τι Μπλαι; Μπλαι και πούτσαι!

Τα έκαναν τόσο κουλουβάχατα στην κατανομή της πλοκής, ώστε ο 12ος άθλος έφτασε να περισσεύει σα τον κώλο της χοντρής, στο σκαμπό της κουζίνας. Όχι μόνο ξεπετάχτηκε με μια εκβιασμένη κι ασθμαίνουσα απεικόνιση του Κέρβερου (κοινώς: προχειράντζα) αλλά ενδύθηκε και με μια δικαιολογία τόσο καταφανέστατα φτηνή, τόσο αποτυχημένου, εξυπνακίστικου σουρεαλισμού, που μετατρέπει την αποτυχία από ανθρώπινη σε παταγώδη. Είναι ολοφάνερο ότι ουδέποτε καταστρώθηκε ένα στοιχειώδες story-board, ένα προ-μελέτημα της ανάπτυξης. "Ρε συ, μένει μόνο μια σελίδα ακόμα" αναφώνησε έντρομος ο Παγώνης. "Ναι ρε συ; Ωχ μαλακία. Δεν πειράζει, κάπως θα τα βολέψουμε. Μην αλλάξεις ακόμη την τιμή στο οπισθόφυλλο" ανταπάντησε ο Βλαχάκης. Ολόκληρη η νεο-ελληνική κουλτούρα της δεκαετίας του '80 συμπυκνωμένη.

Στο κάτω-κάτω, μόνο για 48 σελίδες πληρώσαμε...

Να εξετάσουμε, έστω ακροθιγώς, αν η κακοτυπία ετούτη θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί.

Α. Από το έμπα κιόλας του κόμικ, οι προθέσεις των δημιουργών μας βομβαρδίζουν, δίχως έλεος! Διακατέχονται προφανώς από τόσον ατιθάσευτο ενθουσιασμό, ώστε αφιερώνουν 4 (!!!) ολόκληρες σελίδες, φλυαρώντας και ξεχειλώνοντας το διάλογο μεταξύ Ήρας και Διός, όσο δεν παίρνει. Χωρίς ιδιαίτερο χιούμορ (ούτε καν), ώστε να κερδηθεί έστω ένα μέρος από ό,τι τέλος πάντων χάνεται.

Β. Άλλες δυο σελίδες "καίγονται" τσάμπα, στη συνέχεια, καθώς τους πιάνει η κωλο-καούρα να συμπεριλάβουν στην πλοκή κι εκείνο το περιστατικό με την Αρετή και την Κακία, κάτι το οποίο ουδέποτε απαντάται στην αφήγηση του Τσιφόρου. Πως; Τι; Το ξαναλέω: 2 ολάκερες σελίδες πεταμένες, σε κάτι που έχει με τη Μυθολογία του Νίκου Τσιφόρου τόση σχέση, όση έχει κι ο Επιταχυντής Αδρονίων.

Γ. Οι επισκέψεις σε Μαντείο και Μυκήνες, αργότερα, πλατειάζουν εκ νέου και θα μπορούσαν κάλλιστα να συμπυκνωθούν. Ούτε ο Κοπρέας μας ενδιαφέρει τόσο, ούτε οι καλλιτεχνικές ανησυχίες του Παγώνη, που χρειάζεται τα 2/3 της σελίδας 21, για να μας αποκαλύψει τη διαδικασία άντλησης των χρησμών. Ρε παληκάρι, αν ήθελες να μας αποδείξεις ότι έχεις φαντασία, τότε ας φανταζόσουν τον εαυτό σου ως αναγνώστη, που θα δώσει το χαρτζιλίκι του για πάρτη σου. Ίσως και να κερδίζαμε κάτι, με τον τρόπο αυτό.

Στην τελική, άμα δε σας έφτανε ο χώρος, ας δουλεύατε με το σχήμα των 62 σελίδων αλά Τεντέν κι όχι μ' εκείνο των 48 τύπου Αστερίξ. Άνετα, φτάνει κανείς στο συμπέρασμα, ότι με λίγη ορθολογική χρήση του χώρου και μια δόση πρόνοιας, ο χώρος θα επαρκούσε όχι μόνο για τον 12ο άθλο, αλλά πιθανότατα και για το επεισόδιο με το φαρμακωμένο χιτώνα ή κάποιο άλλο σημαντικό συμβάν του Ηράκλειου βίου. Δεν καταλογίζω, φυσικά, κακή πρόθεση κι όσα λέω, τα λέω περισσότερο χάριν της ειρωνίας, παρά της αληθείας. Ωστόσο, είναι μια ένδειξη ότι το ελληνικό κόμικ βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα. Υπήρχε ζήλος ξέχειλος, αλλά η ωριμότητα κι ο επαγγελματισμός ήταν ακόμη δυσεύρετα. Οποιαδήποτε σύγκριση, φυσικά, με την ευρωπαϊκή παραγωγή της εποχής, θα προκαλούσε συμπτώματα παρόμοιας σοβαρότητος και ισχύος, μ' εκείνα των πρώτων σταδίων της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής.