Saturday, August 20, 2016

ΑΣΤΕΡΙΞ - Αν το δηλώσεις μπορείς να το σώσεις...

Τι να πει κανείς για τον ΑΣΤΕΡΙΞ; Είναι σα να πιάνεις τ' όνομα του Θεού επί ματαίω! Όπως η λέξη "μικυμάους" έφτασε να σημαίνει όλη τη μινιμάλ παραγωγή, έτσι κι ο Αστερίξ ήταν το σύμβολο του μεγάλου και ποιοτικού, αυτού που πλήρωνες κάτι παραπάνω, αλλά οκ, τα 'βγαζε τα λεφτά του. Είχε και την ιστορία του και τα λατινικά του και τη παιδαγωγικό-διδακτική του. Ο Αστερίξ ήταν το σύμβολο μιας Γαλλίας ευρωπαίας, φωτεινής, αστικής μπροστάρισσας, μιας Γαλλίας που γούσταρε και τιμούσε τις κατά τόπους γραφικότητες στην αγκαλιά μιας Pax Romana του πολιτισμού και της ποιότητας. Ή τέλος πάντων, αυτό που κάθε αστός ονειρεύτηκε για μερικές δεκαετίες. Ήταν ο Ντε Γκολ και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής των κόμιξ. Θα μπορούσες, δίχως ντροπές και νάζια, να το πλασάρεις στη δρύινη βιβλιοθήκη σου, ανάμεσα στα Άπαντα του Φρόιντ και το Έγκλημα και Τιμωρία. Κι αυτό το σκασμένο θα στεκόταν εκεί επάξια και περηφάνα, συνομιλώντας με Ουγκούς και Γκαίτεδες, σαν ίσος προς ίσους. Ο Αστερίξ ήταν συνένοχος (συμβολικά, όχι με αυστηρά λαογραφικά κριτήρια) σε κάτι αντίστοιχο με αυτό, που λένε πως έκανε ο Χιώτης στο μπουζούκι: πάτησε κάτω τον κάθε "ευτελή", φτωχομπινέ Καραγκιόζη κι έβαλε τη λαϊκή αφήγηση στο αστικό σαλόνι. Γιατί ο Αστερίξ μπορεί να μην έπαιζε πιάνο, τα γαλλικά του όμως ήταν άπταιστα. Αλλά, πάλι, μπορεί και να λέω μαλακίες - μάλλον - γιατί τότε τι έκαναν τα "Κλασικά Εικονογραφημένα" ή δεν ξερωγώ τι άλλο, δε μου 'ρχεται τώρα στο μυαλό;

Για μένα, ωστόσο, ήτανε κάτι περισσότερο ή διαφορετικότερο: ήταν η παρθενική μύηση σ' έναν κόσμο, που ξεπερνούσε το Μίκυ, το Ποπάυ, το Μπλεκ, το Αγόρι, τη Βαβούρα, το Φασόλα, τον Τιραμόλα ή το Σεραφίνο. Σ' έναν κόσμο, που οι ιστορίες απλώνονταν σε πελώρια φύλλα κι εκτείνονταν σε 48 ή σε 64 σελίδες. Με σενάρια, σαφώς πιο δουλεμένα και ήρωες σαφώς πιο στέρεους. Σ' έναν κόσμο, όπου διέκρινες με μια θολή βεβαιότητα, ν' απλώνεται μια άλλη ποιότητα δημιουργίας. Ίσως όχι απαραίτητα ανώτερη - καθώς πολλές ιστορίες και δημιουργοί πχ. του Μίκυ έχουν μείνει κλασικοί, στον αιώνα-των-αιώνων-αμήν - ωστόσο μια ποιότητα άλλη. Το κόμικ δεν ήταν πια μικυμάους, ήταν Τέχνη. Κι όμως, τελικά, εκείνο που μέτρησε πολύ περισσότερο ήταν η ιδιαίτερη φύση κι ο μυστικισμός της ανακάλυψης.

Μια χούφτα τεύχη, κιτρινισμένα και φθαρμένα στις άκρες τους, στοιβαγμένα στα σκοτεινά, ασφυκτικά γεμάτα ντουλάπια του οικογενειακού συνθέτου - καθότι ο χώρος λιγοστός στην παλιά, μητρική μονοκατοικία. Στοιβαγμένα - όπως ακριβώς περιγράφω λίγο νωρίτερα - καταμεσίς ενός ετερόκλητου πλήθους, ενός αχταρμά βιβλίων, περιοδικών κι εντύπων. Ενός αχταρμά ασύλληπτα πλούσιου σε ερεθίσματα, που αγκάλιαζε από Τσελεμεντέδες μέχρι Τολστόη και Ντοστογιέφσκη, από την Εγκυκλοπαίδεια Υγείας μέχρι τη Διάπλαση των Παίδων, από Έριχ Φον Ντάινεκεν μέχρι την Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου, από το Ανεξήγητο και τα Μυστήρια του Σύμπαντος - όπου και ανακάλυψα την επιστημονική Φαντασία και το Μάκη Πανώριο - ως τον Αγώνα του Χίτλερ, από το Νίκο Τσιφόρο μέχρι τους Μεγάλους Μύστες του Συρέ κι από το Γιάννη Σκαρίμπα ίσαμε την Πολιτεία του Πλάτωνα. Μέσα σ' αυτό το λιλιπούτειο - μα τέλειο σε αναλογίες - παλαιο-βιβλιοπωλείο, στριμωγμένοι σε σχετικά φθαρμένες ήδη εκδόσεις, κρύβονταν ένας αριθμός τόμων Αστερίξ, Ιζνογκούντ (Anglo-Hellenic Agency, Τάσος Ψαρόπουλος :P) και μερικά Σούπερ Λάκυ - που πολύ αργότερα είχε μια σύντομη κυκλοφορία ως Μαυρογένης. Ίσως ακόμη κάποια Λούκυ Λουκ ή Τεντέν, αλλά ο χρόνος έχει πια ξεθωριάσει τις περισσότερες μνήμες ή πάλι τις έχει ανακατώσει μεταξύ τους, σ' ένα ωχρο-κίτρινο ομογενοποιημένο πολτό χαμένης παιδικότητας.

Από τότε, τα κόμιξ χαράκτηκαν πια στην ψυχή μου, ως εφάμιλλα της λογοτεχνίας και της τέχνης. Συνδυασμένα με το μυστήριο της ανακάλυψης, τόσο στον τόπο (οικογενειακά ερμάρια), όσο και στο χρόνο (η αφήγηση καθαυτή), τα κατέστησαν αναπόσπαστο κομμάτι της ύπαρξής μου, σε όποια τερατώδη μορφή κι αν πήρε αυτή στο πέρασμα των χρόνων. Κι ήταν από τότε, που ο Αστερίξ δεν έγινε, αλλά γεννήθηκε διαμιάς ως σύμβολο.

Αυτά με τους συναισθηματισμούς και την Ιστορία. Πάμε τώρα να κυλιστούμε, πάλι, στα σκατά και τη βωμολοχία. Το πρώτο - τυχαία - τεύχος, που ξανάπιασα για τις "ανάγκες" ετουτουνού του blog, είναι "Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΩΝ ΘΕΩΝ". Φυσικά UDERZO και GOSCINNY. Από τα πλέον μέτρια Αστερίξ, καθώς - τώρα το σκέφτομαι, γιατί δεν ήξερα τι να γράψω - στο μεγαλύτερο μέρος του αναμασά τα ίδια και τα ίδια κι έτσι οι σελίδες περνούν δίχως το σενάριο ν' αποκτήσει έκταση ή όγκο. Είναι από εκείνες τις ιστορίες, που τις αισθάνομαι κατατίς κλειστοφοβικές, υπό την έννοια ότι αισθάνεσαι διαρκώς αμπαρωμένος στο ίδιο δωμάτιο, συντροφιά με την ίδια ιδέα, κι ούτε πόρτα ν' ανοίξεις έχει, ούτε παράθυρο. Γυρνάς γύρω-γύρω απ' το τραπεζάκι στο κέντρο, φυσάς και ξεφυσάς μια πνιγηρή ατμόσφαιρα ντεζαβού κι όταν τελειώσει πια η ιστορία, ψάχνεις μήπως βρεις τίποτ' άλλο να διαβάσεις, να περάσει η ώρα σου.

Αριστερά το πρωτότυπο εξώφυλλο (η έκδοση είναι πολύ μεταγενέστερη, αλλά δεν είχα αντίτυπο
εκείνης της εποχής). Δεξιά, εκείνη η μαλακία, που αποφάσισε να κάνει η ΜΑΜΟΥΘΚΟΜΙΞ όταν,
προφανώς, πήρε τα δικαιώματα των ελληνικών εκδόσεων. Πόσο μου 'χε κακοφανεί, πόσο!!
Αλήθεια, σας έχω πει πόσο μου 'χε κακοφανεί;; Τεσπά, τώρα, καθώς τα ξαναχαζεύω, σκέφτομαι ότι
χμμμ not bad, not bad at all! έδωσαν μια νέα πνοή και τραβούσαν πιο εύκολα το μάτι, χρωματικά,
ανάμεσα στα βαρυφορτωμένα ράφια των περιπτερο-ψιλικατζίδικων. Αλλά ρε φίλε, πλερώ και
διαβά και γουστάρω και το πρωτότυπο. Χώσε το κάπου μέσα, οπουδήποτε,  στο δευτερόφυλλο,
στα περιεχόμενα θες, κάν' το δώρο πόστερ στην τελική (ωχ, γαμάτη ιδέα;;;) ...

Φυσικά και τα παραλέω, φυσικά και υπάρχουν καλά στοιχεία. Αλλά αυτό τι να λέει; Όταν έχεις να κάνεις με τέτοιους Γίγαντες (μιλάμε για τότε, γιατί μετά ο Goscinny πρόλαβε και πέθανε, αλλά ο Uderzo την πάτησε, γέρασε κι έπαθε μαλάκυνση), να λάμπουν ακόμα και στη μετριότητά τους είναι το πιο φυσικό κι αναμενόμενο πράγμα, στον κόσμο. Όταν ξεχέζεις κάποιον δεν τον ξεχέζεις γιατί είναι στ' αλήθεια κουράδας. Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ ταπεινό. Τον ξεχέζεις γιατί ξέρεις τι να περιμένεις απ' αυτόν ή τι μπορεί να δώσει και δεν το δίνει, ο βρωμο-σκατούλης. Αλλά πάντα με αγάπη και σεβασμό, όλα ετούτα!

Εντάξει, για να μην τραβήξει πολύ, ετούτη η ανάρτηση, θα την ονομάσω 1ο μέρος και στη συνέχεια θα προχωρήσω σε μιαν άλλη, που θα την ονομάσω 2ο μέρος. Δεν είναι πολύ έξυπνη η ιδέα μου; Τώρα τη σκέφτηκα...

Υ.Γ. Μέσα σ' όλα αυτά, άλλη μια σημαντική αιτία που τα μεγαλόσχημα κόμιξ ξεχώριζαν εύκολα, ήταν και το γεγονός πως όλες οι σελίδες ήταν πλούσια χρωματισμένες. ΟΛΕΣ!!! Σε αντίθεση, φυσικά, με τις μικρόσχημες, εβδομαδιαίες εκδόσεις, όπου εναλάσσονταν - γραφικά ομολογώ - ασπρόμαυρα με χρωματιστά δισέλιδα, δίχως απαραίτητα ν' αποτελούν τα τελευταία τίποτα οργασμούς των αισθήσεων. Παρά εξαντλούνταν φυσικά σε τετραχρωμίες ή 5-10 τυποποιημένες αποχρώσεις, που κι ένα τρίχρονο θα μπορούσε να κατονομάσει. Απέναντι σ' αυτά, ο Αστερίξ φάνταζε φυσικά Ρολς Ρόυς, με δερμάτινα σαλόνια και δροσερή σαμπάνια, στο φιξ μπαράκι του πίσω καθίσματος.

No comments:

Post a Comment